Αυτοκρατορία
Γιώργος Μπλάναςόλη του την φρίκη.
Εγώ, ο Κόμμοδος, ο αυτοκράτοράς της,ισόθεος ηγέτης των διεστραμμένων απολαύσεων
της, Ηρακλής των αισχρών κατορθωμάτων της,θα λυγίσω στην αρένα το ανθρωποφάγο κτήνος τηςΑυτοκρατορίας. Το πλήθος θα μαγευτεί, βλέποντας την εξουσία να αιμορραγεί πανάκριβη Οι συγκλητικοί θα φρίξουν, βλέποντας το νέους φόρους να έρχονται, νέες εξεγέρσεις να τους κήπους, τις επαύλεις τους. Μόνον εγώ, ο σκέψη και αξιόπιστα συμπεράσματα, θα δω έναν λαό αρπαγμένο αθλιότητά του﮲ μια σύγκλητο αρπαγμένη από την προστυχιά, για άνθρωποι (τέλος πάντων)κλειστοί, κλεισμένοι στα ιερά ονόματά τους, με την πόρτα ελπίζοντας πως κάποια μέρα ένας θεός θα για ν’ αποφύγουν την οχλαγωγία του
πρόνοια.
δημόσιο χρήμα να εξανεμίζεται,
ρημάζουν τα χωράφια,
πλέον ακατάλληλος για κριτική
να κρύψει την προστυχιά της:
μισάνοιχτη στο παρελθόν,
την κλειδώσει,
μέλλοντος.